dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stark
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
mächtig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leistungsstark
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
heftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wirkungsvoll
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
potent
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leistungsfähig
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
πανίσχυρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
allmächtig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
οικονομικά ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
finanzstark
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ανίσχυρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kraftlos
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
πανίσχυρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leistungsfähig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ανίσχυρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
machtlos
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
οικονομικά ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
potent
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
πανίσχυρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
übermächtig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ανίσχυρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ungültig
Ⓦ
Ⓖ
…