dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ιπτάμενος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
fliegend
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
ο
ιπτάμενος μηχανικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bordingenieur
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ιπτάμενος μηχανικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bordmechaniker
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ιχθύς Ιπτάμενος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Fliegender Fisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ιπτάμενος σκίουρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Flughörnchen
Ⓦ
Ⓖ
…