dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ετήσιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
jährlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ετήσιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Jahres-
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
γενετήσιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Geschlechts-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ετήσιος ισολογισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Jahresbilanz
Ⓦ
Ⓖ
…