dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
επιτόκιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Zinssatz
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
επιτόκιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Satz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
επιτόκιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Zins
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
βασικό επιτόκιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Basiszinssatz
Ⓦ
Ⓖ
…
προεξοφλητικό επιτόκιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Diskontsatz
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
επιτόκιο αναφοράς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Eckzins
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
με σταθερό επιτόκιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
festverzinslich
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
σταθερό επιτόκιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Festzins
Ⓦ
Ⓖ
…
!
βασικό επιτόκιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Leitzins
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
σταθερό επιτόκιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Pauschalgebühr
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
επιτόκιο αναφοράς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Referenzzinssatz
Ⓦ
Ⓖ
…