dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
αλίευμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fang
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
αλιεύματα κατ' είδος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Fangmenge nach Arten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
αλιεύματα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Fischereierzeugnis
Ⓦ
Ⓖ
…
!
αλιεύματα ιχθύων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Fischfang
Ⓦ
Ⓖ
…