dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ένθεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Einsatz
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ουσιαστικό
η
παρένθεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Einschaltung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
παρένθεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Klammer
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
παρένθεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Parenthese
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
παρένθεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Zwischenschaltung
Ⓦ
Ⓖ
…