dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
έγχρωμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
farbig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
έγχρωμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gefärbt
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
ο
έγχρωμος καθοδικός σωλήνας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Farbfernsehbildröhre
Ⓦ
Ⓖ
…