dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
άλαλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sprachlos
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
άλαλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stumm
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Επίθετο
κωφάλαλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
taubstumm
Ⓦ
Ⓖ
…