dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ελπίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hoffen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ευελπιστώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hoffen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ρήμα
ελπίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erhoffen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προσδοκώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erhoffen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προσβλέπω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erhoffen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
παράθυρο στην αυλή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Hoffenster
Ⓦ
Ⓖ
…
μακάρι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hoffentlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ας ελπίσουμε
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hoffentlich
Ⓦ
Ⓖ
…