dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
άρμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Streitwagen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
άρμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kampfwagen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
άρμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Waffe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
άρμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Wagen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)