dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
λιανίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hacken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
πετσοκόβω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hacken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ραμφίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hacken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
δικτυοπειρατεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Hacken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σκαλίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hacken
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)