dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
κίνδυνος ατυχήματος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Unfallrisiko
Ⓦ
Ⓖ
…