dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίρρημα
ξανά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wieder
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
ξανά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abermals
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
ξανά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zurück
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
ξανά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
noch einmal
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
ξανά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nochmals
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ξανά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wiederum
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
ξανά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schon
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)