dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
καθησύχαση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Beruhigung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ηρέμηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Beruhigung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
το
ηρεμιστικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Beruhigungsmittel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ηρεμιστική ένεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Beruhigungsspritze
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ηρεμιστικό χάπι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Beruhigungstablette
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αποσυμφόρηση των οδών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verkehrsberuhigung
Ⓦ
Ⓖ
…