dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
στρογγυλός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rund
Ⓦ
Ⓖ
…
στρογγυλός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ringförmig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
στρόγγυλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rund
Ⓦ
Ⓖ
…
!
στρογγυλός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kreisförmig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
στρογγυλός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kreisrund
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
στρογγυλός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rundlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)