dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
φυτική χρωστική ουσία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pflanzenfarbstoff
Ⓦ
Ⓖ
…