dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
αίθουσα γυμναστικής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fitnessraum
Ⓦ
Ⓖ
…