dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
αραιώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vermindern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
αραιώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verdünnen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αραιώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausdünnen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αραιώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dünner werden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αραιώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lichten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αραιώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich lichten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αραιώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verlängern
Ⓦ
Ⓖ
…