dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
γυμνάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
drillen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
βασανίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
drillen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εκπαιδεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
drillen
Ⓦ
Ⓖ
…