dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ανελλιπής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vollständig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ανελλιπής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lückenlos
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ανελλιπής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nahtlos
Ⓦ
Ⓖ
…