dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
πλάγιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schräg
Ⓦ
Ⓖ
…
λοξός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schräg
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
εγκάρσια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schräg
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
πλαγιαστός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schräg
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αλλόκοτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schräg
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
λοξά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schräg
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)