dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
ζυμώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gären
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ζυμώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
geformt werden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ζυμώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich formen
Ⓦ
Ⓖ
…