dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
κόλλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kleber
Ⓦ
Ⓖ
…
κόλλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Klebstoff
Ⓦ
Ⓖ
…
κόλλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Kleister
Ⓦ
Ⓖ
…
κόλλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Leim
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κόλλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Blatt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κόλλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bogen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κόλλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Stärke
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)