dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
άσπρη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Koks
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
κοκ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Koks
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κοκαΐνη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Koks
Ⓦ
Ⓖ
…
!
οπτάνθρακας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Koks
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κωκ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Koks
Ⓦ
Ⓖ
…