dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
εκκρεμώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausstehen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ρήμα
χωνεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausstehen können
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
υπολειπόμενος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausstehend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εισπρακτέος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausstehend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εκκρεμής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausstehend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ακατάβλητος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausstehend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
οφειλόμενος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausstehend
Ⓦ
Ⓖ
…