dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
τα
υλικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Material
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
τα
υλικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Stoff
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
τα
υλικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Zutat
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
υλικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
körperlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
υλικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
physisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
τα
υλικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Substanzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
τα
υλικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Werkstoff
Ⓦ
Ⓖ
…
!
υλικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Zeug
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
τα
υλικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Zutaten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
υλικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
materiell
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)