dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
εκτυφλωτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
blendend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εκτυφλωτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gleißend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εκτυφλωτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
grell
Ⓦ
Ⓖ
…