dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
μπάτσος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bulle
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
μπάτσος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Büttel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
μπάτσος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gendarm
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
μπάτσος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ohrfeige
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
μπάτσος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Polizist
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
μπάτσος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Polyp
Ⓦ
Ⓖ
…