dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
σκαθάρι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Käfer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κάνθαρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Käfer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
τα
κολεόπτερα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Käfer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
χελώνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Käfer
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)