dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
κλείνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschließen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
σφραγίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschließen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μανταλώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschließen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
φράξιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Verschließen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
έμφραξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Verschließen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κλειδώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschließen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)