dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
υψηλότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hoheit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
υψηλότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Durchlaucht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
υψηλότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Erhabenheit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
υψηλότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Höhe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
Υψηλότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hoheit
Ⓦ
Ⓖ
…