dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
τρύπωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Heften
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
τρύπωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Verstecken
Ⓦ
Ⓖ
…