dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
επικάλυμμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bezug
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
αποδοχή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bezug
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
επίπτωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bezug
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
σχέση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bezug
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ταπετσαρία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bezug
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αναφορά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bezug
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)