dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
σταυρωτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gekreuzt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
σταυρωτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschränkt
Ⓦ
Ⓖ
…