dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
στασιμότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Stagnation
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
στασιμότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Stillstand
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
οικονομική στασιμότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Nullwachstum
Ⓦ
Ⓖ
…
οικονομική στασιμότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Stagnation der Wirtschaft
Ⓦ
Ⓖ
…