dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
σπουδασμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
studiert
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
απόφοιτη πανεπιστημίου
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Studierte
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
απόφοιτος πανεπιστημίου
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Studierte
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
απόφοιτος πανεπιστημίου
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Studierter
Ⓦ
Ⓖ
…