dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
σαλπίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
blasen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σαλπίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
trompeten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σαλπίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verbreiten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σαλπίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verkünden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σαλπίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zum ... blasen
Ⓦ
Ⓖ
…