dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
κατακράτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Einbehaltung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
νομ.
η
κατάπτωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Einbehaltung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
παρακράτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Einbehaltung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κράτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Einbehaltung
Ⓦ
Ⓖ
…