dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
νουθετώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
belehren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
νουθετώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ermahnen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
νουθετώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abmahnen
Ⓦ
Ⓖ
…