dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
νομαδικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Nomaden-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
νομαδικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nomadisch
Ⓦ
Ⓖ
…