dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
στενοχωρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Sorgen machen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ρήμα
στενοχωριέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich Sorgen machen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σπαζοκεφαλιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich Sorgen machen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
νοιάζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich Sorgen machen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αγχώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich Sorgen machen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανησυχώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich Sorgen machen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σκοτίζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich Sorgen machen
Ⓦ
Ⓖ
…