dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
μέγιστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
maximal
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
μέγιστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
höchste
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μέγιστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
größte
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μέγιστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
höchst
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
μέγιστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Höchst-
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)