dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
λωρίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Streifen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
λωρίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Band
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
λωρίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Scheibe
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
λωρίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Spur
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
λωρίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Bahn
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
λωρίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fahrspur
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
λωρίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fahrstreifen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)