dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
παίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
spielen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
διαδραματίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
spielen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
υποκρίνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
spielen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
υποδύομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
spielen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
spielen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κρούση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Spielen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
παίξιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Spielen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)