dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
κάμπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verbiegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κάμπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beugen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κάμπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich wenden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κάμπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
umlegen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κάμπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
biegen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)