dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ζαβολιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Mogelei
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζαβολιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gaunerei
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζαβολιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kunstgriff
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζαβολιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Streich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζαβολιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Taschenspielertrick
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ζαβολιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Trick
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)