dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
επιμελούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
betreuen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιμελούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich sorgen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιμελούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sorgen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιμελούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
herausgeben
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιμελούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
versehen
Ⓦ
Ⓖ
…