dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
αλληλουχία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Aufeinanderfolge
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
διαδοχικότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aufeinanderfolge
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
επαλληλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aufeinanderfolge
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)