dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
πρόοδος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fortschritt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
εξέλιξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fortschritt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ευόδωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fortschritt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
προέλαση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fortschritt
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)