dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ανεμίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schwingen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανεμίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lüften
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανεμίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανεμίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
flattern
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
εξανεμίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verflüchtigen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
εξανεμίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschwenden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εξανεμίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verwehen
Ⓦ
Ⓖ
…